Κριστίν
Χάιδεψε τρυφερά το γέρικο, ξεβαμμένο καπό της Πλύμουθ.
-Τούτο δω τ' αμάξι είναι το καλύτερο που είχα ποτέ μου. Τ' αγόρασα το Σεπτέμβρη του 1957. Τον παλιό καιρό, Σεπτέμβρη έβγαζαν οι εταιρείες τα καινούργια μοντέλα τους. Το μεσοκαλόκαιρο σου έδειχναν φωτογραφίες με αυτοκίνητα κάτω από υπόστεγα και αυτοκίνητα κάτω από μουσαμάδες, μέχρι που πέθαινες πια από περιέργεια να δεις τι κρύβεται από κάτω. Όχι όπως γίνεται τώρα.
Η φωνή του φανέρωνε περιφρόνηση για όλους αυτούς τους μοντερνισμούς που είχαν αντικρίσει τα γέρικα μάτια του.
- Τούτη εδώ η κούκλα ήταν ολοκαίνουργια κι αστραφτερή. Μοσχοβολούσε ''καινουργίλα'', κι αυτή , να το ξέρετε, είναι η ομορφότερη ευωδιά του κόσμου. Στάθηκε για λίγο συλλογισμένος. -Εκτός ίσως από την μυρουδιά του μουνιού, πρόσθεσε.
Το Πρόσωπο Του Φόβου
Ο Σταρκ προχώρησε μπροστά. Καθώς κινιόταν είχαν φτάσει σχεδόν στην πόρτα του διπλανού διαμερίσματος. Τίναξε αδιάφορα το ξυράφι στο πλάι για να καθαρίσει την λεπίδα. Σταγόνες αίματος τινάχτηκαν στους μπεζ τοίχους. Πιο κάτω στο διάδρομο άνοιξε μια πόρτα κι ένας αναμαλλιασμένος από τον ύπνο άντρας με μπλε σακάκι πιτζάμας έβγαλε το κεφάλι και τους ώμους του έξω.
-Τι γίνεται εδώ; φώναξε με αγριωπή φωνή που δήλωνε ότι κι ο πάπας της Ρώμης να βρισκόταν στο διάδρομο, εκείνος θα έδινε τέλος στην φασαρία.
-Φόνος, είπε ο Στάρκ ήρεμα, και για μια στιγμή τα μάτια του άφησαν το ματωμένο άντρα που ούρλιαζε μπροστά του και καρφώθηκαν στον άνθρωπο που στεκόταν στο κατώφλι. Αργότερα, αυτός ο άντρας θα έλεγε στην αστυνομία ότι τα μάτια του εισβολέα ήταν γαλάζια. Ανοικτά γαλάζια. Και τελείως τρελά.
-Θέλεις και συ λίγο;
Μερικές Φορές Επιστρέφουν...
- "Ο Ξεβαμμένος ήταν μαλάκας με δίπλωμα. Ανύπαρκτος, ένα τίποτα.". Ο Βίνι ανακάθισε και ακούμπησε τα χέρια του στο θρανίο. Τα μάτια του γυάλιζαν. '' Φιλάρα, σε θυμάμαι σ' εκείνη την αναγνώριση. Ήσουν έτοιμος να βρέξεις το κοτλέ παντελονάκι σου. Θυμάμαι πως κοιτούσες εμένα και τον Ντέιβι. Από τότε σ΄ έβαλα στο μάτι".
- ''Το ξέρω''. Είπε ο Τζιμ. ''Μου χάρισες δεκάξι χρόνια γεμάτα εφιάλτες. Δε σού ΄φθασε; Γιατί πάλι τώρα; Γιατί εμένα;''
Ο Βίνι τον κοίταξε για μια στιγμή απορημένος, έπειτα χαμογέλασε. '' Γιατί είσαι δουλειά αφημένη στη μέση , φιλάρα. Πρέπει να σε αποτελειώσω''.
(Από την συλλογή διηγημάτων , Ιστορίες του Φόβου και της Νύχτας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου